Ο Carlos Benigno Baliño López (1848-1926) επέστρεψε στην Κούβα μετά την βορειοαμερικάνικη επέμβαση και την επιβολή της νεο αποικιακής δημοκρατίας, αναπτύσσοντας από τότε την επίπονη δουλεία της διάδοσης των μαρξιστικών ιδεών στις προλεταριακές μάζες. Εργάστηκε έντονα και συστηματικά για να επιτύχει την οργάνωση των εργατών σε ένα ανεξάρτητο κόμμα, υποστηρίζοντας ότι οι εργάτες δεν έπρεπε να θέτουν όρια στις οικονομικές διεκδικήσεις τους, αλλά να επιδιώκουν ανώτερους πολιτικούς στόχους που θα δρομολογούν την κατάκτηση της εξουσίας.
Με την Οκτωβριανή Επανάσταση το 1917, κάλεσε σε αγώνα για τον σοσιαλισμό και την αλληλεγγύη στη χώρα των σοβιέτ, διακηρύσσοντας την απόλυτη αναγνώρισή του σε αυτή την επανάσταση, υπερασπιζόμενος την δικτατορία του προλεταριάτου. Συγκεκριμένη υλοποίηση των ιδεών του ήταν η ίδρυση μαζί με τον Μέγια, του Κουβανικού Τομέα της Αντιιμπεριαλιστικής Ένωσης στην αμερικανική ήπειρο και του πρώτου Κομμουνιστικού Κόμματος της Κούβας. Αυτό αντιπροσώπευε την ένωση του πατριωτικού αγώνα με την ταξική πάλη και τη σύνδεση της ιδεολογίας του Μαρτί με τον μαρξισμό-λενινισμό για πρώτη φορά στην ιστορία μας.
Εξοπλισμένος με την επιστημονική θεωρία του μαρξισμού-λενινισμού, ο Κάρλος Μπανίνιο εξέφρασε με σταθερότητα τις αντιλήψεις του σχετικά με την καπιταλιστική κοινωνία που κυριαρχούσε στη χώρα. Δεν επιχείρησε να επιβάλει τα κριτήριά του αλλά κάλεσε σε συζήτηση και αντικειμενική ανάλυσή τους. Αυτό ήταν μια νέα προσέγγιση που εξέφραζε την ισχυρή επιθυμία να προσεγγίσει τη συνείδηση των μαζών και να τις κάνει να κατανοήσουν την ανωτερότητα του σοσιαλισμού σαν κοινωνικό σύστημα που θα απελευθερώσει οριστικά τους εργαζόμενους.
Θέλοντας να υλοποιήσει αυτήν την αντίληψη, οικοδόμησε ένα σημείο αναφοράς για την ενότητα όλων των επαναστατικών δυνάμεων, και όλη η δράση του Μπαλίνιο είχε κατεύθυνση, σε τελική ανάλυση, σε αυτό το στόχο.
“Αν άνθρωποι με υψηλές αξίες που ξέρουν να υποφέρουν με αυτούς που υποφέρουν, ερευνούσαν χωρίς προκατειλημμένες κρίσεις τις φόρμουλες της κοινωνικής οργάνωσης που προτείνει ο επιστημονικός σοσιαλισμός, θα πείθονταν ότι η εξαθλίωση της ζωής του πολύ κόσμου, δεν υπάρχει για μοιραίους και αναπόφευκτους λόγους. Αρκεί να κοινωνικοποιηθούν, να γίνουν συλλογικές επιχειρήσεις κάτω από την διαχείριση του Κράτους για το καλό όλων, όλες οι επιχειρήσεις παραγωγής και διανομής που τις εκμεταλλεύονται άτομα ή μεγάλες εταιρείες και εξυπηρετούν σήμερα την τεράστια συσσώρευση κεφαλαίου στα χέρια των λίγων και την φτώχεια και την εξαθλίωση των πολλών”.*
Ξεκινώντας από αυτή την αρχή της πειθούς, επιχειρεί να φτάσει στην συνείδηση των εργαζομένων για να επιτύχει την ενότητά τους. Γι αυτό είναι αναγκαίο να δείξει τον εκμεταλλευτικό χαρακτήρα του καθεστώτος και της κυρίαρχης τάξης.
“[...] ο καπιταλιστής δεν χρειάζεται την καρδιά, ούτε το μυαλό, την ψυχή και την συνείδηση. Από τον άνθρωπο δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο από τα μπράτσα του, και αυτά πρέπει να είναι φτηνά, πολύ φτηνά, για να μειώσει το κόστος παραγωγής και το κέρδος να είναι τεράστιο”.*
Η προσέγγιση του ιστορικού υλισμού είναι απαραίτητη για να διαφωτίσει το λαό, για να τον εξοπλίσει θεωρητικά και να τον οδηγήσει σε αντικειμενική ανάλυση των προβλημάτων. Έτσι που η κατανόηση της διαίρεσης της κοινωνίας σε ανταγωνιστικές τάξεις, να είναι η προϋπόθεση για να αναγνωρίσει τους εχθρούς και να διαφοροποιήσει τους συμμάχους και τους συναγωνιστές.
“Και γι αυτό είναι απαραίτητο να αναγνωρίσουμε ότι η κοινωνία είναι διαιρεμένη σε δύο τάξεις των οποίων τα συμφέροντα είναι διαμετρικά αντίθετα. Η μία τάξη, η κυρίαρχη τάξη, που έχει στην εξουσία της τη γη, τις μηχανές, τα εργοστάσια και όλα τα μέσα παραγωγής, και η άλλη τάξη, η μη κατέχουσα τάξη, που δεν έχει άλλο από τη δουλειά, με τα μπράτσα ή το μυαλό, που πρέπει να την νοικιάσει στην κυρίαρχη τάξη. Τα συμφέροντα αυτών των δύο τάξεων είναι ανταγωνιστικά, γιατί η κυρίαρχη τάξη, που δεν δουλεύει ούτε παράγει, σφετερίζεται σήμερα με την προστασία των νόμων το μεγαλύτερο μέρος από αυτό που παράγει η μη κατέχουσα εργαζόμενη τάξη και αγωνίζεται όχι μόνο για να διατηρήσει αυτό το πλεονέκτημα αλλά και να το αυξήσει όσο είναι δυνατόν. Ενώ η εργαζόμενη τάξη παλεύει για να αυξήσει το κομμάτι που της αναλογεί από αυτό που παράγει, μέχρι να φτάσει να πάρει ολόκληρο το προιόν της εργασίας της, καταργώντας το σύστημα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης”.* Γι αυτό καλλιεργείται η φιλοδοξία “[...] της κατάκτησης από την τάξη του προλεταριάτου της Πολιτικής Εξουσίας”.*
Όπως μπορεί να γίνει αντιληπτό, το πιο αυθεντικό κομμάτι της επαναστατικής τάξης μας δεν έπαψε να παλεύει ακόμα και σε αυτές τις συνθήκες της ουσιαστικής συντριβής του κινήματος χειραφέτησης. Αλλά οι φωνές τους σκεπάστηκαν και σβήστηκαν από τα εκκωφαντικά γεγονότα, από την πλάνη των νέων νεοαποικιακών θεσμών, από την ιδεολογική αποσύνθεση που γέννησε η σύγχυση και από την αφέλεια της νεαρής δημοκρατίας, ενός έθνους που ήταν ακόμα στα σπάργανα. Γι αυτό, οι φωνές αυτές δεν απόκτησαν την αναγκαία ένταση που θα οικοδομούσε την ενότητα των δυνάμεων που θα ήταν ικανές να δρομολογήσουν καθοριστικές εξελίξεις.
Η πρώτη αυτή περίοδος κορυφώνεται στα τέλη της δεκαετίας του 20, όταν μια σειρά αντικειμενικοί και υποκειμενικοί παράγοντες, επέτρεψαν να ξυπνήσει η εθνική συνείδηση. Αυτό εκφράστηκε σε επαναστατικές ενέργειες με πιο βαθύ περιεχόμενο και ιδεολογική ωριμότητα. Εμφανίστηκαν καινούργιες προσωπικότητες, πάνω από όλα νέοι που γεννήθηκαν μαζί με την δημοκρατία, όπως ο Rubén Martinez Villena, o Pablo de la Torriente Brau, o Julio Antonio Mella και ο Αntonio Guiteras, αναφέροντας μόνο στις πιο εξέχουσες.
Ινστιτούτο Ιστορίας του Κομμουνιστικού Κινήματος και της Σοσιαλιστικής Επανάστασης της Κούβας: Carlos Baliño. Nτοκουμέντα, σελ.6
Πηγή:“H αρχή της Ενότητας στην Κουβανική Επαναστατική Σκέψη” (El Pricipio de la Unidad en el Pensamiento Revolucionario Cubano) του Orlando Benítez Víctores , Εκδόσεις Editora Politica, Aβάνα 2012.
Δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο atexnos.gr
Με την Οκτωβριανή Επανάσταση το 1917, κάλεσε σε αγώνα για τον σοσιαλισμό και την αλληλεγγύη στη χώρα των σοβιέτ, διακηρύσσοντας την απόλυτη αναγνώρισή του σε αυτή την επανάσταση, υπερασπιζόμενος την δικτατορία του προλεταριάτου. Συγκεκριμένη υλοποίηση των ιδεών του ήταν η ίδρυση μαζί με τον Μέγια, του Κουβανικού Τομέα της Αντιιμπεριαλιστικής Ένωσης στην αμερικανική ήπειρο και του πρώτου Κομμουνιστικού Κόμματος της Κούβας. Αυτό αντιπροσώπευε την ένωση του πατριωτικού αγώνα με την ταξική πάλη και τη σύνδεση της ιδεολογίας του Μαρτί με τον μαρξισμό-λενινισμό για πρώτη φορά στην ιστορία μας.
Εξοπλισμένος με την επιστημονική θεωρία του μαρξισμού-λενινισμού, ο Κάρλος Μπανίνιο εξέφρασε με σταθερότητα τις αντιλήψεις του σχετικά με την καπιταλιστική κοινωνία που κυριαρχούσε στη χώρα. Δεν επιχείρησε να επιβάλει τα κριτήριά του αλλά κάλεσε σε συζήτηση και αντικειμενική ανάλυσή τους. Αυτό ήταν μια νέα προσέγγιση που εξέφραζε την ισχυρή επιθυμία να προσεγγίσει τη συνείδηση των μαζών και να τις κάνει να κατανοήσουν την ανωτερότητα του σοσιαλισμού σαν κοινωνικό σύστημα που θα απελευθερώσει οριστικά τους εργαζόμενους.
Θέλοντας να υλοποιήσει αυτήν την αντίληψη, οικοδόμησε ένα σημείο αναφοράς για την ενότητα όλων των επαναστατικών δυνάμεων, και όλη η δράση του Μπαλίνιο είχε κατεύθυνση, σε τελική ανάλυση, σε αυτό το στόχο.
“Αν άνθρωποι με υψηλές αξίες που ξέρουν να υποφέρουν με αυτούς που υποφέρουν, ερευνούσαν χωρίς προκατειλημμένες κρίσεις τις φόρμουλες της κοινωνικής οργάνωσης που προτείνει ο επιστημονικός σοσιαλισμός, θα πείθονταν ότι η εξαθλίωση της ζωής του πολύ κόσμου, δεν υπάρχει για μοιραίους και αναπόφευκτους λόγους. Αρκεί να κοινωνικοποιηθούν, να γίνουν συλλογικές επιχειρήσεις κάτω από την διαχείριση του Κράτους για το καλό όλων, όλες οι επιχειρήσεις παραγωγής και διανομής που τις εκμεταλλεύονται άτομα ή μεγάλες εταιρείες και εξυπηρετούν σήμερα την τεράστια συσσώρευση κεφαλαίου στα χέρια των λίγων και την φτώχεια και την εξαθλίωση των πολλών”.*
Ξεκινώντας από αυτή την αρχή της πειθούς, επιχειρεί να φτάσει στην συνείδηση των εργαζομένων για να επιτύχει την ενότητά τους. Γι αυτό είναι αναγκαίο να δείξει τον εκμεταλλευτικό χαρακτήρα του καθεστώτος και της κυρίαρχης τάξης.
“[...] ο καπιταλιστής δεν χρειάζεται την καρδιά, ούτε το μυαλό, την ψυχή και την συνείδηση. Από τον άνθρωπο δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο από τα μπράτσα του, και αυτά πρέπει να είναι φτηνά, πολύ φτηνά, για να μειώσει το κόστος παραγωγής και το κέρδος να είναι τεράστιο”.*
Η προσέγγιση του ιστορικού υλισμού είναι απαραίτητη για να διαφωτίσει το λαό, για να τον εξοπλίσει θεωρητικά και να τον οδηγήσει σε αντικειμενική ανάλυση των προβλημάτων. Έτσι που η κατανόηση της διαίρεσης της κοινωνίας σε ανταγωνιστικές τάξεις, να είναι η προϋπόθεση για να αναγνωρίσει τους εχθρούς και να διαφοροποιήσει τους συμμάχους και τους συναγωνιστές.
“Και γι αυτό είναι απαραίτητο να αναγνωρίσουμε ότι η κοινωνία είναι διαιρεμένη σε δύο τάξεις των οποίων τα συμφέροντα είναι διαμετρικά αντίθετα. Η μία τάξη, η κυρίαρχη τάξη, που έχει στην εξουσία της τη γη, τις μηχανές, τα εργοστάσια και όλα τα μέσα παραγωγής, και η άλλη τάξη, η μη κατέχουσα τάξη, που δεν έχει άλλο από τη δουλειά, με τα μπράτσα ή το μυαλό, που πρέπει να την νοικιάσει στην κυρίαρχη τάξη. Τα συμφέροντα αυτών των δύο τάξεων είναι ανταγωνιστικά, γιατί η κυρίαρχη τάξη, που δεν δουλεύει ούτε παράγει, σφετερίζεται σήμερα με την προστασία των νόμων το μεγαλύτερο μέρος από αυτό που παράγει η μη κατέχουσα εργαζόμενη τάξη και αγωνίζεται όχι μόνο για να διατηρήσει αυτό το πλεονέκτημα αλλά και να το αυξήσει όσο είναι δυνατόν. Ενώ η εργαζόμενη τάξη παλεύει για να αυξήσει το κομμάτι που της αναλογεί από αυτό που παράγει, μέχρι να φτάσει να πάρει ολόκληρο το προιόν της εργασίας της, καταργώντας το σύστημα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης”.* Γι αυτό καλλιεργείται η φιλοδοξία “[...] της κατάκτησης από την τάξη του προλεταριάτου της Πολιτικής Εξουσίας”.*
Όπως μπορεί να γίνει αντιληπτό, το πιο αυθεντικό κομμάτι της επαναστατικής τάξης μας δεν έπαψε να παλεύει ακόμα και σε αυτές τις συνθήκες της ουσιαστικής συντριβής του κινήματος χειραφέτησης. Αλλά οι φωνές τους σκεπάστηκαν και σβήστηκαν από τα εκκωφαντικά γεγονότα, από την πλάνη των νέων νεοαποικιακών θεσμών, από την ιδεολογική αποσύνθεση που γέννησε η σύγχυση και από την αφέλεια της νεαρής δημοκρατίας, ενός έθνους που ήταν ακόμα στα σπάργανα. Γι αυτό, οι φωνές αυτές δεν απόκτησαν την αναγκαία ένταση που θα οικοδομούσε την ενότητα των δυνάμεων που θα ήταν ικανές να δρομολογήσουν καθοριστικές εξελίξεις.
Η πρώτη αυτή περίοδος κορυφώνεται στα τέλη της δεκαετίας του 20, όταν μια σειρά αντικειμενικοί και υποκειμενικοί παράγοντες, επέτρεψαν να ξυπνήσει η εθνική συνείδηση. Αυτό εκφράστηκε σε επαναστατικές ενέργειες με πιο βαθύ περιεχόμενο και ιδεολογική ωριμότητα. Εμφανίστηκαν καινούργιες προσωπικότητες, πάνω από όλα νέοι που γεννήθηκαν μαζί με την δημοκρατία, όπως ο Rubén Martinez Villena, o Pablo de la Torriente Brau, o Julio Antonio Mella και ο Αntonio Guiteras, αναφέροντας μόνο στις πιο εξέχουσες.
Ινστιτούτο Ιστορίας του Κομμουνιστικού Κινήματος και της Σοσιαλιστικής Επανάστασης της Κούβας: Carlos Baliño. Nτοκουμέντα, σελ.6
Πηγή:“H αρχή της Ενότητας στην Κουβανική Επαναστατική Σκέψη” (El Pricipio de la Unidad en el Pensamiento Revolucionario Cubano) του Orlando Benítez Víctores , Εκδόσεις Editora Politica, Aβάνα 2012.
Δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο atexnos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου