Η Μonika Ertl, κόρη ενός από τους μεγαλύτερους
προπαγανδιστές του ναζισμού (Ηans Ertl,
γνωστός σαν «ο φωτογράφος του Χίτλερ») κατέληξε στην Βολιβία όταν μετά την
κατάρρευση του Γ’ Ράιχ οι ηγέτες του κατέφυγαν στα πιο απομακρυσμένα καταφύγια
της γης. Μεγάλωσε σε έναν πολύ κλειστό ρατσιστικό περιβάλλον που έλαμπε «το
άστρο» του πατέρα της καθώς και μιας άλλης σκοτεινής προσωπικότητας που
αποκαλούσε «θείο»: Τον Klaus Barbie,
τον «Χασάπη της Λυών».
Όμως η όμορφη νεαρή
γερμανίδα μεγάλωσε και στα τέλη της δεκαετίας του 60 όλα άλλαξαν. Ο θάνατος του
Ερνέστο Γκεβάρα στην ζούγκλα της Βολιβίας σημάδεψε την τελική της επιλογή:
Ξεκόβοντας από τις ρίζες της, κάνοντας την απόλυτη υπέρβαση, στρατεύτηκε στις
γραμμές του Εθνικού Απελευθερωτικού Στρατού, την αντάρτικη ομάδα που
δημιούργησε ο ίδιος ο Τσε.
Το 1971 διασχίζει τον Ατλαντικό και επιστρέφει στην γενέτειρά
της Γερμανία και στο Αμβούργο εκτελεί προσωπικά τον Βολιβιανό πρόξενο στην
πόλη. Ποιος ήταν o πρόξενος;
Επρόκειτο για τoν συνταγματάρχη Roberto Quintanilla, φυσικό αυτουργό της «χαριστικής
βολής» στον Τσε Γκεβάρα, ήταν αυτός που ακρωτηρίασε τα χέρια του. Από τότε έζησε
κυνηγημένη, σε «βουνά και θάλασσες» μέχρι που έπεσε νεκρή* το 1973 στην Βολιβία.
* Το πρωινό εκείνο, της 13ης Μαΐου 1973, οι εφημερίδες της Λα Παζ στην Βολιβία, είχανε στο εξώφυλλό τους, τη φωτογραφία μιας όμορφης κοπέλας. Η λεζάντα έγραφε: Επιτέλους σκοτώθηκε η Μonica Ertl. Πυροβολήθηκε σε ενέδρα, που της έστησαν οι μυστικές υπηρεσίες της χώρας. Στα γραφεία της στρατιωτικής ασφάλειας της Βολιβία, ο επικεφαλής των ερευνών, έβαλε την υπογραφή του πάνω σε μια σφραγίδα κι έκλεισε για πάντα τον φάκελο της καταζητούμενης. Το πλέον μισητό πρόσωπο της βολιβιανής κυβέρνησης, τελείωσε εκείνη την μέρα…