6 Αυγούστου 2016

Το πλοιάριο Γκράνμα, με το οποίο ακόμα αρμενίζουμε…



Ο Φιντέλ είχε δεσμευτεί στο λαό του: «Το 1956, ή θα απελευθερωθούμε ή θα γίνουμε μάρτυρες». Και στις 25 Νοέμβρη του ίδιου έτους, σαλπάρισε από το μεξικάνικο λιμάνι του Τούξπαν το πλοιάριο Γκράνμα, γεμάτο με ήρωες, που αψήφησαν θύελλες, έσπασαν τον αστυνομικό κλοιό και υπερπήδησαν εμπόδια από διεφθαρμένους δημόσιους υπαλλήλους, ξεγέλασαν τη στενή παρακολούθηση των κατασκόπων και των πληρωμένων δολοφόνων του καθεστώτος του Μπατίστα. «Αν φύγω, θα φτάσω. Αν φτάσω, θα μπω. Αν μπω, θα νικήσω». Και σε κάτι παραπάνω από δύο χρόνια εκπλήρωσε την προφητεία του. 

Βέβαια, ο δρόμος δεν ήταν εύκολος. Εξαντλημένοι από τις τόσες μέρες ταξιδιού με άσχημο καιρό, καταπονημένοι από το εχθρικό φυσικό περιβάλλον της περιοχής που αποβιβάσθηκαν, οι μαχητές του Γκράνμα διασκορπίστηκαν μετά από ενέδρα του εχθρού στο Αλεγρία ντε Πίο. Ύστερα από μια οδύσσεια αρκετών ημερών, οκτώ από αυτούς κατάφεραν να ενωθούν στο σπίτι ενός αγρότη, έχοντας απομείνει μόνο με επτά τουφέκια. «Τώρα ναι, θα κερδίσουμε τον πόλεμο», αναφώνησε ο Φιντέλ. Κι επιδόθηκε στο να ανάψει τη σπίθα, που μετά θα γινόταν φλόγα, για να μετατρέψει τις αντιξοότητες σε νίκη.

Όταν συναντήθηκαν ξανά και με τους υπόλοιπους μαχητές του Γκράνμα, έφτασαν τους δεκαεπτά. Με την ένταξη των χωρικών της περιοχής, μόλις που ξεπέρασαν τους τριάντα. Σύντομα ήρθαν οι πρώτες νίκες: στο Λα Πλάτα, το Ελ Ούβερο. Από το Σαντιάγο και το Μανσανίγιο έφτασαν ενισχύσεις. Φτιάχτηκε και δεύτερη φάλαγγα, με διοικητή τον Τσε. Το Γκράνμα άρχισε να αρμενίζει στη Σιέρα, διασχίζοντας ποτάμια και χαράδρες, ανοίγοντας δρόμο στα δύσβατα βουνά, σκαρφαλώνοντας υψώματα. Ο Ραούλ εγκαταστάθηκε στη Σιέρα Κριστάλ. Ο Αλμέϊδα στα περίχωρα του Σαντιάγο. Ο Καμίλο και ο Λαρίτα κατασκήνωσαν στους κάμπους του Κάουτο.

Το Γκράνμα συνέχισε την πορεία του. Υπήρξαν αναποδιές, όμως η επαναστατική δράση τις μετέτρεψε σε νίκες. Και το αθάνατο πλοιάριο αρμένισε μέχρι τα δυτικά, με τις φάλαγγες του Καμίλο και του Τσε, εισέβαλλε στην πεδιάδα του Ολγκίν, πολέμησε στην κεντρική Κούβα και στα υψώματα του Πινάρ ντελ Ρίο. Και σε πέντε χρόνια, πέντε μήνες και πέντε μέρες από την επίθεση στο στρατόπεδο της Μονκάδα, μπήκε θριαμβευτικά στο Σαντιάγκο ντε Κούβα.

Ο Φιντέλ τότε προειδοποίησε το λαό: στις μέρες που έχουμε μπροστά μας, η μάχη θα γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ δεν ήταν διατεθειμένος να χάσει την πίσω αυλή του και οργάνωσε κομάντος για την τρομοκρατία στις πόλεις, συμμορίες ξεσηκωμένων που επέβαλλαν τον τρόμο στις ορεινές ζώνες, μισθοφορικές ομάδες εισβολής. Και αφού υπέστησαν τη μια ήττα μετά την άλλη, έβαλαν σε εφαρμογή τον αποκλεισμό, για να νικήσουν τον κουβανικό λαό με την πείνα και τις αρρώστιες. Έχει περάσει πια πάνω από μισός αιώνας και δεν έχουν μπορέσει να κάμψουν αυτό το επαναστατικό νησί.

Άλλοι λαοί χρειάστηκαν την ταπεινή συμμετοχή των δυνάμεών μας και βρεθήκαμε δίπλα τους. Κάτω από την ίδια τη μύτη του ιμπεριαλισμού πάνω από 30 χιλιάδες διεθνιστές πήγαν το 1975 στην Αγκόλα να αγωνιστούν για την ελευθερία. Με το πνεύμα του Γκράνμα, μετά από 13 χρόνια μάχης, όπου συμμετείχαν πάνω από 300 χιλιάδες κουβανοί, μαζί με τους μαχητές της Αγκόλα καταφέραμε το καίριο χτύπημα αντιστροφής της πορείας του ρατσιστικού καθεστώτος της Νότιας Αφρικής και , έπειτα από μια αποφασιστική μάχη, σταθεροποιήθηκε η ανεξαρτησία της Αγκόλα, επιτεύχθηκε αυτή της Ναμίμπια και μπήκε τέλος στο μισητό σύστημα του άπαρτχαϊντ στο νότιο άκρο της Αφρικής.

Μετά από μισό αιώνα πεισματικής πολιτικής της αυτοκρατορίας, πρόσφατα, «κάθισε» με την Κούβα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, όπως είχε κάνει τρεις δεκαετίες πίσω, με τον πόλεμο στην Αγκόλα. Η εγκαθίδρυση σχέσεων μεταξύ Ουάσιγκτον και Αβάνας δεν αποτελεί το δώρο ενός γενναιόδωρου αξιωματούχου γιάνκι, αλλά τον καρπό της αντίστασης του κουβανικού λαού, για πάνω από πέντε δεκαετίες. Όμως η βόρεια γειτονική χώρα διατηρεί τον αποκλεισμό και ισχυροί κύκλοι της εξουσίας συνεχίζουν να ονειρεύονται την ανατροπή της Κουβανικής Επανάστασης.

Πλησιάζουν, επομένως, δύσκολες μάχες, στις οποίες ο εχθρός δεν μας δείχνει το πρόσωπό του καθαρά, αλλά δουλεύει με πανουργία, πιο διακριτικά. Όπως θα έλεγε ο Απόστολος (Χοσέ Μαρτί), ο πόλεμος μάς γίνεται στη σκέψη και στη σκέψη πρέπει να τον εξαπολύσουμε. Δεν έχουμε πια να διασχίσουμε ανταριασμένες θάλασσες, ούτε να αντιμετωπίσουμε βουνά και υψώματα, ούτε να καταλάβουμε στρατόπεδα και τεθωρακισμένα τρένα. Πρέπει να είμαστε σε επαγρύπνηση μπροστά σε προσπάθειες ιδεολογικής υπονόμευσης της εθνικής θέλησης για ανεξαρτησία και σε προσπάθειες χειραγώγησης ή κατασκευής της ιστορίας.

Αυτό είναι το σημερινό καθήκον, να συνεχίσουμε να αρμενίζουμε μαζί με την καθοδήγηση της χώρας πάνω στο πλοιάριο Γκράνμα, για νέες νίκες.



Δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο atexnos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα πιο διαβασμένα της βδομάδας

Ενδιαφέροντα ιστολόγια