της Έλσας Βαρελίδου
Πολλοί άλλοι άνθρωποι σε άλλους καιρούς αγωνίστηκαν για τον ίδιο σκοπό σε χώρες που δεν ήταν οι δικές τους, ακόμα και με το όπλο στο χέρι. Αυτόν τον καιρό, τα δικά μας όπλα είναι απλά και ειρηνικά: Tσάπες, αξίνες, φτυάρια, κλαδευτήρια ή μπετονιέρες, που τα τροφοδοτεί όμως η νεανική μας επαναστατική θέρμη, η αγάπη και η αλληλεγγύη προς την Κούβα. «Ένα χαράκωμα ανθρωπισμού και γενναιοδωρίας», όπως είπε ο Φιντέλ Κάστρο, τονίζοντας επίσης ότι «Δεν υπάρχει ανεξαρτησία, ούτε υπάρχει Επανάσταση, χωρίς την πρακτική της διεθνούς αλληλεγγύης…. να την δέχεσαι και να την προσφέρεις».
Luis Puicercús Vázquez,
συμμετέχων σε Μπριγάδες στην Κούβα στα 1981 και 2014
Η ελληνική αποστολή των 10 ατόμων που συντονίζει ο πολιτιστικός σύλλογος «Χοσέ Μαρτί» αναχωρεί για την Κούβα στις 20-22 Απρίλη και συμμετέχει στην 14η Διεθνή Μπριγάδα Πρωτομαγιάς. Είμαστε άνθρωποι διαφορετικών ηλικιών, καταβολών και ειδικοτήτων που μας ενώνει η κοινή αγάπη για την Κούβα, για την επαναστατική ιστορία και το λαό της. Για τις περισσότερες και τους περισσότερους πρόκειται για την εκπλήρωση ενός «ονείρου ζωής», ενώ δεν λείπουν και οι «ταγμένοι» που αναχωρούν για πολλοστή φορά για αυτό το μικρό νησί της Καραϊβικής που έμελλε να καθορίσει και να επηρεάσει τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων ανά τον πλανήτη.
Η Κούβα στα μάτια πολλών, ακόμη και σήμερα, παραμένει ένα μεγάλο παράδοξο. Πώς κατάφερε μια τόσο μικρή και φτωχή χώρα που γνώρισε για χιλιάδες χρόνια το χειρότερο πρόσωπο της αποικιοκρατίας και του ιμπεριαλισμού, αποκομμένη στη μέση του Ατλαντικού και τόσο κοντά στην Αμερικανική υπερδύναμη, να κερδίσει την ανεξαρτησία της και να καθορίσει τις τύχες του λαού της; Ακόμα περισσότερο, πως κατάφερε να εξελίξει την επαναστατική διαδικασία και να διατηρήσει τη δική της πορεία προς το σοσιαλισμό, ακόμα και όταν τη δεκαετία του 1990 γύρω της κατέρρεε ο κόσμος; Και ακόμα παραπέρα, πώς γίνεται μια τόσο μικρής παραγωγικής και στρατιωτικής ισχύος χώρα να καταφέρνει να παίξει σημαίνοντα ρόλο με στρατιωτική ή ανθρωπιστική βοήθεια σχεδόν σε όποιο απελευθερωτικό κίνημα αναπτύχθηκε ανά τον κόσμο τα τελευταία 50 χρόνια (Αλγερία, Ανγκόλα, Βολιβία, Κολομβία, Περού, Νικαράγουα, Ουρουγουάη, Παλαιστίνη κ.α.);
Η Κούβα εμπνέει μέχρι σήμερα, 60 χρόνια μετά την επανάσταση, γιατί κατάφερε να αποδείξει καταρχάς ότι η Επανάσταση γίνεται, ακόμη και αν πρόκειται για μια φτωχή χώρα που δεν την ευνοούν οι λεγόμενες «αντικειμενικές συνθήκες». Ο λαός μπορεί να πάρει τις τύχες του στα χέρια του. Δεύτερον, ότι η επαναστατική διαδικασία εξελίσσεται και η διαδρομή προς το σοσιαλισμό μπορεί να μείνει σταθερή (ενώ έχει αντιφάσεις και πισωγυρίσματα και σίγουρα δεν είναι στρωμένη με ροδοπέταλα) αν διαπνέεται ενδελεχώς από «μια υλιστική αντίληψη και μια βαθιά εμπιστοσύνη στην κοινωνική δυνατότητα – όσο και αναγκαιότητα – των απλών αντρών και γυναικών να μετασχηματίσουν τον εαυτό τους καθώς αγωνίζονται να χτίσουν μια καινούρια κοινωνία»[1]. Τρίτον, ότι η αταλάντευτη (και όχι αφελής) πίστη και εμπιστοσύνη στην ηθική υπεροχή και η αντιμετώπιση της αλληλεγγύης και του διεθνισμού ως μέγιστου ηθικού καθήκοντος μπορούν να παράγουν αποτελέσματα και να διαμορφώσουν τη ίδια τη ζωή με τρόπο που ξεπερνά τις θλιβερές μαθηματικές πιθανότητες.
Όσον αφορά στις ίδιες τις «Μπριγάδες», πραγματοποιούνται στην Κούβα από το 1973 και ο φορέας οργάνωσής τους είναι το Κουβανικό Ινστιτούτο Φιλίας των Λαών (ICAP). Επιδιώκουν να ενισχύσουν το κίνημα αλληλεγγύης για την Κούβα, καθώς και την αλληλεγγύη του κουβανικού λαού με τους λαούς όλου του κόσμου. Συστατικό στοιχείο των μπριγάδων είναι η προσφορά εθελοντικής εργασία από τους διεθνείς που συμμετέχουν σε αυτές, καθώς και οι περιηγήσεις και η γνωριμία τους με το ζωντανό παρελθόν και παρόν της χώρας. Η σημασία της εθελοντικής εργασίας στην σοσιαλιστική Κούβα θεμελιώθηκε από τα πρώτα χρόνια της Επανάστασης. Ένας από τους βασικούς εκφραστές της ήταν ο ίδιος ο Che Guevara που τη θεωρούσε αναντικατάστατο οικονομικό, ιδεολογικό και ηθικό στοιχείο της διαδικασίας του επαναστατικού μετασχηματισμού.
Πέρα από της μπριγάδες των διεθνών προς και από την Κούβα, μια σειρά μπριγάδες δημιουργούνταν από τους ίδιους τους Κουβανούς μέσα στη χώρα, κυρίως για αγροτικές ή οικοδομικές εργασίες και αποτελούσαν ουσιαστικό πεδίο σύνδεσης και αλληλεπίδρασης των εργατών και των αγροτών με υπαλλήλους γραφείων, φοιτητές και διανοούμενους. Άντρες και γυναίκες που, χωρίς να είναι οικοδόμοι στο επάγγελμα, αλλά εργαζόμενοι σε γραφεία, φοιτητές ή νοικοκυρές αποδεσμευόταν για ένα διάστημα από την κανονική τους δουλειά προκειμένου να κτίσουν τα σπίτια, τους βρεφονηπιακούς σταθμούς, τα σχολεία, τα νοσοκομεία, τα καταστήματα και όποια άλλα κοινωνικά έργα είχε ανάγκη η Κουβανική κοινωνία. Η φιλοσοφία της μπριγάδας χτίζει μια συγκεκριμένη φυσιογνωμία λαού, στην οποία η αλληλεγγύη αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο και η εργασία αντιμετωπίζεται σαν δημιουργική προσφορά, πράγμα στο οποίο επέμεινε ιδιαίτερα αν δεν πρωτοτύπησε ποιοτικά η Κούβα στα πλαίσια της, όπως την αποκαλούσε ο Φιντέλ, «δημιουργικής, πρωτότυπης και αδογμάτιστης» ερμηνείας του μαρξισμού-λενινισμού.
Τέλος, το ταξίδι στην Κούβα και η συμμετοχή στις συζητήσεις της Μπριγάδας αποκτά νέο ενδιαφέρον υπό το πρίσμα των διεθνών γεωπολιτικών εξελίξεων και τη νέα επιθετικότητα του Αμερικανικού Ιμπεριαλισμού. Ο Πανελλαδικός Κινηματικός Συντονισμός (Π.Α.Κ.Σ.), στον οποίο συμμετέχουμε, επιδιώκει να τροφοδοτηθεί και να συμβάλλει τα μέγιστα σε αυτό που θα μπορούσε να αποτελέσει σήμερα διεθνώς απάντηση στην όξυνση της επιθετικότητας και των πολέμων, για την υπεράσπιση της ειρήνης και της αδελφοσύνης μεταξύ των λαών.
Σε μεταξύ μας διάλογο, στην ερώτηση «γιατί επιλέγεις το ταξίδι στην Κούβα και γιατί τη Μπριγάδα», ο σύντροφος και συνταξιδιώτης Κ. Κουτσούκος απαντάει:
«Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό να παρεμβαίνει ωμά σε μία σειρά από χώρες της Λατινικής Αμερικής, με τελευταία τη Βενεζουέλα. Το ότι η Κούβα έχει αντέξει όλες αυτές τις πιέσεις παρά το εμπάργκο και συνεχίζει να οργανώνει ακόμα και σήμερα τον λαό της σε αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες από τα κάτω, αποτελεί κατ’ αρχάς το αντίπαλο δέος (παρά την αδυναμία σύγκρισης λόγω μεγέθους) και το παράδειγμα ότι μπορούμε να ζήσουμε μια ζωή με λιγότερο άγχος και χωρίς την πίεση του αφεντικού, για αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας μας. Μια ζωή στην οποία θα ξέρουμε ότι θα έχουμε πρόσβαση στη δημόσια υγεία και παιδεία, χωρίς το φάντασμα της ανεργίας (4,3 % σύμφωνα με το «CIA The World Factbook», 2014 ) να καθιστά το μέλλον μας αβέβαιο.
Ωστόσο, το στοιχείο που μου κάνει μεγαλύτερη εντύπωση και με προκαλεί να γνωρίσω αυτή τη χώρα είναι όλα αυτά τα fake news, που αναπαράγονται για την Κούβα και διαψεύδονται από διεθνής οργανισμούς καθόλα συστημικούς. Πρόσφατα, ανέφερα σε ένα συνάδελφο μου, τη σκέψη να πάω στην Κούβα και μου είπε «πρόσεχε γιατί εκεί είναι πολύ διαδεδομένο το aids». Όντας ενήμερος για τα ιατρικά επιτεύγματα των Κουβανών επιστημόνων googlαρα στο διαδίκτυο, για να δω αν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για το aids στην Κούβα και παρατήρησα ότι τα ποσοστά αυτά είναι από τα μικρότερα παγκοσμίως. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Κούβα είναι ένας επίγειος παράδεισος, αλλά και αυτά αποτελούν ένα λόγο για τον οποίο θα ήθελα να ζήσω αυτή την εμπειρία. Ο άλλος λόγος είναι το ρούμι, αποτελεί το αγαπημένο μου ποτό και από τότε που ξεκίνησα να το καταναλώνω ήθελα να το απολαύσω στη χώρα, στην οποία παράγεται. Αν σε όλα τα παραπάνω συνυπολογίσουμε την ομορφιά και ιδιαιτερότητα μιας χώρας, η οποία διατηρεί μια αρχιτεκτονική, η οποία διαφέρει από κάθε άλλη σύγχρονη χώρα, καταλαβαίνει κανείς το πόσο πολλά κλικ του φωτογραφικού φακού θα ακουστούν.
Όσον αφορά στο ερώτημα «γιατί με την brigada» η απάντηση είναι αρκετά απλή. Πρώτον είμαι μέλος του Πανελλαδικού Αντιπολεμικού Κινηματικού Συντονισμού και προσπαθώ στο μέγιστο δυνατό βαθμό να στηρίζω τις δράσεις του, μιας και θεωρώ πως είναι ιδιαιτέρως σημαντικές, ειδικότερα στη σημερινή εποχή.
Το γεγονός ότι ο ΠΑΚΣ στηρίζει την αποστολή αυτή και θα ταξιδέψω μαζί με συντρόφισσες και συντρόφους μου, αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα και πρωτόγνωρη (για μένα) εμπειρία. Αυτό που έχει όμως ιδιαίτερη σημασία είναι το πρόγραμμα της brigada. Σίγουρα σε αυτό, κομβική θέση κατέχει η κινητοποίηση της πρωτομαγιάς, αλλά δεν αποτελεί το μοναδικό ενδιαφέρον στοιχείο, μιας και το πρόγραμμα της αποστολής, μας επιτρέπει να ζήσουμε το πως εργάζονται, το πώς συζητούν και το πως διασκεδάζουν οι άνθρωποι στην Κούβα (όχι μόνο στην Αβάνα, αλλά και σε άλλες πόλεις της), γεγονός το οποίο δεν είναι τόσο εύκολο να γνωρίσεις, αν πας ατομικά ή με κάποιο ταξιδιωτικό γραφείο.
Σαφώς, οι συζητήσεις με του συντρόφους από την Κούβα, αλλά και από τις υπόλοιπες αποστολές, θα αποτελούν για πάντα μια πολύ ξεχωριστή εμπειρία για μένα, την οποία ανυπομονώ να ζήσω και ειλικρινά μετράω κάθε μέρα, μέχρι τη στιγμή, που θα ξεκινήσει αυτό το ταξίδι!»
[1] Μέρι Άλις Γουότερς (1989) Εισαγωγή, στο Φιντέλ Κάστρο (1989) «Στην υπεράσπιση του Σοσιαλισμού»
Στη φωτογραφία εμφανίζονται μέλη του ΠΑΚΣ και άλλοι σύντροφοι και συντρόφισσες μπριγαδίστες, που συμμετέχουν στην ελληνική αποστολή που συντονίζει ο Πολιτιστικός Σύλλογος Χοσέ Μαρτί
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου