27 Μαΐου 2019

Χοσέ Κεβέδο : Το να ενταχθώ στον Αντάρτικο Στρατό ήταν η μεγαλύτερη απόφαση της ζωής μου

Συνέντευξη στον Λουίς Μπάεζ

Ο Χοσέ Κεβέδο ήταν ταγματάρχης του στρατού του Μπατίστα, επικεφαλής του Τάγματος 18 που αντιμετώπισε τις δυνάμεις των ανταρτών στη μάχη του Jigue. Η παρούσα συνέντευξή του δημοσιεύθηκε στις 4 Οκτώβρη 1995 στην Granma International. Περιλαμβάνεται στο αφιέρωμα της Μαρξιστικής Σκέψης «Κουβανική Επανάσταση. 60 Χρόνια», σελ. 55-62.

Λουίς Μπάεζ: Γιατί επιλέξατε μια στρατιωτική καριέρα; 

Χοσέ Κεβέδο: Είμαι γιος στρατιώτη. Ο πατέρας μου έφτασε στο βαθμό του συνταγματάρχη. Έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του στη στρατιωτική μονάδα του La Cabaña. Ζήσαμε στο La Cabaña και στην Καζαμπλάνκα. 

Το 1944, όταν ο Ramón Grau San Martín ανέλαβε την προεδρία, ο πατέρας μου ήταν ένας από τους λίγους αξιωματικούς που δεν εκδιώχθηκαν. Προάχθηκε στο βαθμό του συνταγματάρχη και στάλθηκε στην επαρχία Οριέντε ως διοικητής του 1ου Συντάγματος. Αποστρατεύθηκε το 1945. 


Λ. Μπ.: Πείτε μας για την είσοδό σας στο στρατό. 

Χ. Κ.: Απάντησα σε μια πρόσκληση πρόσληψης στην Ακαδημία Δοκίμων στο φρούριο Morro και πήρα μια από τις θέσεις. Αυτό ήταν το 1943. Αποφοίτησα τρία χρόνια αργότερα. Είχα ήδη ολοκληρώσει το πρώτο έτος της νομικής σχολής στο πανεπιστήμιο. 

Δεν θα έλεγα ότι είχα μια σαφή κλίση για τη στρατιωτική ζωή, ήταν περισσότερο ότι φαινόταν το σωστό πράγμα να κάνω, αφού μεγάλωσα ανάμεσα σε στρατιωτικούς. 

Λ. Μπ.: Πήρατε ποτέ πτυχίο νομικής; 

Χ. Κ.: Ναι. Αφού τελείωσα την Ακαδημία Δοκίμων, συνέχισα τη μελέτη των νομικών στο σπίτι και περνούσα τις εξετάσεις. Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 το πανεπιστήμιο έκλεισε. Τη στιγμή εκείνη έμεναν τρία ή τέσσερα μαθήματα για να αποφοιτήσω. Μετά το θρίαμβο της επανάστασης την 1η Ιανουαρίου [1959], ξαναγράφτηκα και πέρασα τα μαθήματα που έμεναν για να αποφοιτήσω. Ο Clemente Inclán ήταν ακόμα πρύτανης του πανεπιστημίου. Πήρα το πτυχίο μου το 1960. Θα μπορούσα να πω ότι είμαι δικηγόρος που αποφοίτησε με την Επανάσταση, αν και ποτέ δεν άσκησα το δικηγορικό επάγγελμα. 

Λ. Μπ.: Πώς βλέπατε το στρατιωτικό πραξικόπημα της 10ης Μάρτη 1952; 

Χ. Κ.: Δεν ήμουν στην Κούβα τότε, αλλά στις ΗΠΑ. Είχα σταλεί εκεί με τον συνταγματάρχη Manuel León Calá σε επίσκεψη στη στρατιωτική ακαδημία του Γουέστ Πόιντ στη Νέα Υόρκη. Το ταξίδι αυτό είχε δύο στόχους: να παρακολουθήσουμε τις εορταστικές εκδηλώσεις για την 150ή επέτειο της Ακαδημίας και να μελετήσουμε το εκπαιδευτικό σύστημα και τις μεθόδους διδασκαλίας. 

Γνωρίζοντας ότι ο León Calá δεν ήταν υποστηρικτής του Μπατίστα, του είπα την πρόθεσή μου να μη γυρίσω στην Αβάνα και να βρω δουλειά ως δάσκαλος ισπανικών. 

Με πληροφόρησε ότι ο συνταγματάρχης Ramón Barquín, ο στρατιωτικός ακόλουθος στην Ουάσιγκτον, δεν συμπαθούσε τον Μπατίστα και ότι θα ήταν καλή ιδέα να του μιλήσω. Πήγαμε στην Ουάσιγκτον και είχα μια συνάντηση με τον Barquín. Ήταν της άποψης ότι αν οι νέοι αξιωματικοί εγκατέλειπαν τις ένοπλες δυνάμεις, αυτό θα άφηνε ελεύθερο το δρόμο για τον Μπατίστα να εδραιώσει τη δύναμή του. Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο επέστρεψα στην Κούβα και παρέμεινα στο στρατό. 

Χρόνια αργότερα, ο Barquín οδήγησε την αποτυχημένη συνωμοσία της 4ης Απρίλη 1956, στην οποία συμμετείχαν και ο José Ramón Fernández και ο Enrique Borbonet. 

Λ. Μπ.: Συμμετείχατε σε αυτή τη συνωμοσία; 

Χ. Κ.: Ναι. Αυτό που συνέβη ήταν ότι δεν με ανακάλυψαν. Με συνέλαβαν, με ανέκριναν, με μετέθεσαν. Αλλά χωρίς καμία απόδειξη, δεν με κατηγόρησαν ποτέ για κανένα έγκλημα και μου έδωσαν πίσω τη θέση μου. 

Λ. Μπ.: Ποια ήταν η αποστολή σας την εποχή εκείνη; 

Χ. Κ.: Βρισκόμουν στη Φρουρά του San Ambrosio. Ειδικευόμουν στον εφοδιασμό ως αποτέλεσμα μιας σειράς μαθημάτων που πήρα στο Fort Eustace της Βιρτζίνια στη Στρατιωτική Σχολή Μεταφορών. Δούλεψα επίσης ως δάσκαλος στην Ανώτατη Ακαδημία Πολέμου που βρίσκεται στο κάστρο Atarés. 

Λ. Μπ.: Πώς αντιδράσατε στην επίθεση στη φρουρά της Μονκάδα; 

Χ. Κ.: Νόμιζα ότι ήταν μια ιδέα τρελών. Δεν πίστευα ότι ο Μπατίστα θα μπορούσε να πέσει με αυτό τον τρόπο. 

Λ. Μπ.: Γιατί σας έστειλαν να πολεμήσετε στη Σιέρα Μαέστρα; 

Χ. Κ.: Αυτό είναι κάτι που δεν κατάφερα ποτέ να εξηγήσω. Όταν άρχισε να εντείνεται ο ένοπλος αγώνας στη Σιέρα Μαέστρα, σχηματίστηκαν μονάδες μάχης για να σταλούν εκεί. Μια σχηματίστηκε με προσωπικό από τη Φρουρά του San Ambrosio και την Ακαδημία Δοκίμων. 

Για το σκοπό αυτό εκπαιδεύτηκαν αρκετοί αξιωματικοί, όπως οι λοχαγοί Francisco Sierra Talavera, αναπληρωτής διευθυντής της Ακαδημίας Δοκίμων, και Miguel López Naranjo από τη Διοίκηση G-4. 

Όταν έλαβε χώρα η δεύτερη επίθεση κατά του Pino del Agua, ο Sierra Talavera ήταν στην Guisa με το λόχο του και δόθηκε εντολή να στείλει μια διμοιρία ενίσχυσης. Αυτή η διμοιρία έπεσε σε ενέδρα και σχεδόν όλα τα μέλη της σκοτώθηκαν. Ο Evelio Laferté, ο οποίος αργότερα εντάχθηκε στον Αντάρτικο Στρατό, πιάστηκε αιχμάλωτος εκεί. 

Ο Sierra Talavera κατηγορήθηκε για ό,τι συνέβη. Τον ανακάλεσαν στην πρωτεύουσα. Απολύθηκε. Μέσα σε λίγες εβδομάδες τον ξαναπήραν. Ο λόχος είχε μείνει χωρίς ηγέτη. Παραδόξως, αποφάσισαν να με στείλουν. Αναχώρησα για τα ανατολικά βουνά χωρίς καμία εκπαίδευση. 

Λ. Μπ.: Είπατε μόλις ότι δεν συμφωνούσατε με το πραξικόπημα της 10ης Μάρτη και ότι ήσασταν ενεργός στη στρατιωτική συνωμοσία του Απρίλη του 1956. Λοιπόν, τι σας οδήγησε να πολεμήσετε εναντίον του Αντάρτικου Στρατού; 

Χ. Κ.: Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ήμουν στρατιώτης και ακολουθούσα διαταγές. Σε καιρό πολέμου δεν μπορείς να παραιτηθείς ή να αποστρατευθείς. Υπάρχουν μόνο δύο δρόμοι ανοικτοί σε σένα, είτε συνεχίζεις και βλέπεις τι συμβαίνει, είτε περνάς στην άλλη πλευρά. Δεν προσπαθώ να δικαιολογήσω τις πράξεις μου. Σας λέω την αλήθεια. 

Λ. Μπ.: Η εμπειρία σας στις ακαδημίες σάς οδήγησε να πιστεύετε ότι ήταν δυνατή η επανάσταση χωρίς την υποστήριξη του στρατού; 

Χ. Κ.: Όχι, ποτέ δεν πίστευα ότι ήταν δυνατή. Είχα την άποψη ότι θα μπορούσε να γίνει μια επανάσταση με το στρατό, αλλά ποτέ ενάντια στο στρατό ή χωρίς το στρατό. Ποτέ δεν πίστευα ότι ο Αντάρτικος Στρατός θα μπορούσε να μας νικήσει, όσο καλά εκπαιδευμένος και αν ήταν. 

Οι ακαδημίες έκαναν λάθος, όπως και εγώ. 

Λ. Μπ.: Ποια νομίζατε ότι ήταν η λύση; 

Χ. Κ.: Νόμιζα ότι ο στρατός ήταν η μόνη δύναμη που θα μπορούσε να ρίξει τον Μπατίστα. Δεν πίστευα ότι η λύση θα μπορούσε να προκύψει από μια ομάδα πολιτών που πήραν τα όπλα και πήγαν στη Σιέρα Μαέστρα. 

Ειλικρινά, ποτέ δεν πίστευα ότι ο Μπατίστα θα μπορούσε να ανατραπεί από αντάρτες ή ρίχνοντας πυροβολισμούς στη Σιέρα. 

Λ. Μπ.: Φοβηθήκατε κατά τη διάρκεια της μάχης του Jigue; 

Χ. Κ.: Ναι. Αλλά όταν είσαι υπεύθυνος για ορισμένα άτομα, ο φόβος σου μειώνεται. 

Δεν είμαι γενναίος άνθρωπος. Έχω φοβηθεί πολλές φορές στη ζωή μου. Το ζήτημα είναι να το ξεπερνάς. Θα ήταν παράλογο να μη νιώθεις φόβο. Έχω βιώσει κάποιες πολύ δύσκολες στιγμές, αλλά φτάνει μια στιγμή που έρχεται ένα αίσθημα γαλήνης πάνω σου. 

Θυμηθείτε ότι υπήρξαν δέκα μέρες –από τις 11 ως τις 21 Ιούλη 1958– έντονων μαχών. Ο Φιντέλ μού έστειλε ακόμη μια επιστολή λέγοντας ότι θα έπρεπε να συναντηθούμε, να μιλήσουμε και να παραδοθούμε. 

Λ. Μπ.: Πώς σας επηρέασε η επιστολή που έστειλε ο Φιντέλ; 

Χ. Κ.: Τόσο η επιστολή όσο και η έκκληση του Φιντέλ στις 15 Ιούλη διαδραμάτισαν πολύ σημαντικό ρόλο στην τελική μου απόφαση. 

Ο Φιντέλ μάς έδωσε εκτεταμένες πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση στην οποία βρισκόμασταν και εξήγησε πως η νίκη των ανταρτών ήταν αναπόφευκτη. 

Φανταστείτε, εκεί πάνω στη Σιέρα Μαέστρα, στη μέση της νύχτας, να ακούμε από τα μεγάφωνα ένα μήνυμα από τον διοικητή των ανταρτών, που απευθύνεται σε μας. Είχε πραγματικό αντίκτυπο, όχι μόνο σε μένα αλλά σε όλα τα στρατεύματα του τάγματος. 

Μου έστειλε δύο επιστολές. Η πρώτη δεν έφτασε σε μένα προσωπικά, αφού ήδη είχα φύγει για την επίθεση. 

Η επιστολή για την οποία μιλάω μου στάλθηκε στο μέσο της μάχης στις 20 Ιούλη, μέσω του Eulogio Rodríguez, ενός μάγειρα στο λόχο 103 που είχε πιαστεί αιχμάλωτος. Όταν τη διάβασα, πολλές σκέψεις πέρασαν από το μυαλό μου. 

Ρώτησα τον εαυτό μου πώς ήταν δυνατό, στο μέσο μιας τόσο λεπτής κατάστασης, ο διοικητής να μπορούσε να εκφραστεί με τέτοιο σεβασμό προς κάποιον που είχε πολεμήσει εναντίον του και το έκανε ακόμα. Όταν τη διάβασα στους αξιωματικούς, είχαν μια παρόμοια αντίδραση. 

Αν και εκείνη τη στιγμή ξέραμε ήδη ότι είχαμε ηττηθεί, η επιστολή ήταν αποφασιστική στην απόφασή μας να παραδοθούμε. 

Λ. Μπ.: Πώς ήταν η πρώτη σας συνάντηση με τον Φιντέλ; 

Χ. Κ.: Ήταν απίστευτο. Όταν ο Φιντέλ έφτασε, με χαιρέτησε με έναν εναγκαλισμό. Με πήρε στη μία πλευρά και άρχισε να μιλά μαζί μου. Μόνο οι δυο μας. 

Λ. Μπ.: Θυμάστε για τι μιλήσατε; 

Χ. Κ.: Ρώτησε για τους άνδρες μου: Ενδιαφέρθηκε για τους διάφορους στρατιώτες που είχαν μελετήσει μαζί μου στο πανεπιστήμιο. Μου μίλησε με μεγάλο σεβασμό και προσοχή. Απευθυνόταν σε μένα πάντα με σεβασμό, αλλά και με μεγάλη αγάπη και οι­κειότητα. 

Ο Φιντέλ μιλούσε για ώρα. Ήμουν έκπληκτος. Απαντούσα με σύντομες προτάσεις. Υπήρχαν στιγμές που δεν ήξερα τι να του πω. Μου είχε ήδη προσφέρει εκείνο που επρόκειτο να του ζητήσω. Μερικές φορές πολύ περισσότερα από όσα ήλπιζα. 

Φαινόταν σαν κάτι εντελώς έξω από αυτό τον κόσμο. Δεν είναι φυσιολογικό ο εχθρός σου να σε δέχεται, μετά από μια δεκαήμερη μάχη, σαν να είχατε μόλις τελειώσει μια αθλητική συνάντηση. 

Λ. Μπ.: Αλλά ξέρατε ήδη πώς ήταν ο Φιντέλ. 

Χ. Κ.: Ναι, τον ήξερα από το πανεπιστήμιο. Ωστόσο, δεν ήξερα πραγματικά πώς ήταν, γιατί δεν ήμουν στον κύκλο των φίλων του. Ήταν μετά από το Jigue που άρχισα να νιώθω σαν φίλος του. 

Λ. Μπ.: Σε ποιο σημείο καταλάβατε ότι ο Αντάρτικος Στρατός θα νικήσει; 

Χ. Κ.: Ενώ ήμουν φυλακισμένος, είδα τον τρόπο με τον οποίο ο Επαναστατικός Στρατός συμπεριφερόταν προς το λαό. Με εντυπωσίασε πολύ η ανιδιοτέλειά τους. Ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφερόταν ο Επαναστατικός Στρατός ήταν τελείως διαφορετικός από τον τρόπο συμπεριφοράς του στρατού της κυβέρνησης. Από την άλλη πλευρά, συνειδητοποίησα ότι οι δυνάμεις των ανταρτών είχαν αποκτήσει μεγάλη εμπειρία. Είχαν κερδίσει φυσική δύναμη. Οποιαδήποτε μονάδα του Αντάρτικου Στρατού ήταν τότε πολύ πιο πολύτιμη από το στρατό του Μπατίστα. Άρχισα να νιώθω σαν να ήμουν σε ένα διαφορετικό κόσμο. Επιπλέον, πολεμούσαν για ένα ιδανικό. 

Λ. Μπ.: Πότε αποφασίσατε να ενταχθείτε στον Αντάρτικο Στρατό; 

Χ. Κ.: Δεν αποφάσισα να ενταχθώ κατά τη διάρκεια της μάχης του Jigue. Αυτό που συνέβη εκεί ήταν ότι το τάγμα παραδόθηκε. Εγώ πιάστηκα αιχμάλωτος. Η μεταχείριση που μας δόθηκε από την πρώτη στιγμή από τον Φιντέλ και τους άλλους αντάρτες ήταν εξαιρετική. Βοηθούσα με όποιον τρόπο μπορούσα, αλλά δεν ήμουν επίσημα μέρος του Αντάρτικου Στρατού. 

Μια μέρα, ο Raúl Chibás ήρθε να με δει. Μιλήσαμε. Μου είπε ότι ο Φιντέλ σκεφτόταν πώς θα μπορούσα να βοηθήσω πιο αποτελεσματικά: να μιλήσω με εκείνους τους αξιωματικούς της δικτατορίας που δεν ήταν δολοφόνοι και να τους κάνω να έρθουν στον Αντάρτικο Στρατό. 

Μετά μου μίλησε ο Φιντέλ. Εξέθεσε τις ιδέες του. Συμφώνησα μαζί τους. Η εμπιστοσύνη του σε μένα με έκανε πολύ ευτυχισμένο. Από εκείνο τον καιρό, η ζωή μου πήρε μια στροφή 180 μοιρών. Αυτό δεν ήταν εύκολο. Πάνω απ’ όλα, όταν κάποιος έχει διαπλαστεί από ένα άλλο σύστημα. 

Λ. Μπ.: Ήταν αυτό όταν επικύρωσαν το βαθμό σας του διοικητή; 

Χ. Κ.: Όχι, δεν νομίζω ότι υπήρξε κάποια συγκεκριμένη στιγμή κατά την οποία συζητήθηκε αυτό. Δεν θυμάμαι κάποια. 

Ένα πράγμα που δεν έχω ξεχάσει είναι στο Palma Soriano, όταν η νίκη των ανταρτών ήταν ορατή, ο Φιντέλ με ρώτησε τι σκεφτόμουν να κάνω όταν τελείωνε ο πόλεμος. 

Απάντησα ότι σχεδίαζα να συνταξιοδοτηθώ, να πάω να δουλέψω σε κάτι άλλο. Ο ίδιος απάντησε: «Όχι, όχι, πρέπει να μείνετε μαζί μας, θα χρειαστούμε την εμπειρία σας». Είναι πιθανόν ότι, χωρίς να το θέσει με τόσα πολλά λόγια, επικύρωσε το βαθμό μου εκείνη τη μέρα. 

Λ. Μπ.: Τι κάνατε την 1η Ιανουαρίου 1959; 

Χ. Κ.: Μετά το θρίαμβο της Επανάστασης, ήμουν μέρος στο καραβάνι της ελευθερίας για δυο μέρες, μέχρι που, σύμφωνα με τις οδηγίες του Φιντέλ, ταξίδεψα στην Αβάνα στις 4 Ιανουαρίου για να αναφερθώ στον διοικητή Camilo Cienfuegos. 

Ήμουν αρχικά μέρος μιας στρατιωτικής συμβουλευτικής επιτροπής της οποίας επί­σης μέλη ήταν οι Carlos M. Durán, Evelio Laferté και Rodolfo Villamil. Ήταν όλοι πρώην αξιωματικοί των δυνάμεων του Μπατίστα που αργότερα εντάχθηκαν στον Αντάρτικο Στρατό. 

Προήδρευσα επίσης, στα πρώτα στάδια, μιας ομάδας που δημιούργησε ο Camilo για να καθαρίσει τις γραμμές του στρατού μέσω μιας ανάλυσης των αρχείων που κρατούσαν οι πρώην αξιωματικοί. Στη συνέχεια εντάχθηκα στο πρώτο γενικό επιτελείο που οργάνωσε ο Αντάρτικος Στρατός, ως επικεφαλής του G-4 (φρουρά των μετόπισθεν). Έμεινα στη θέση αυτή για δυόμισι χρόνια. 

Λ. Μπ.: Τι θυμάστε από εκείνες τις μέρες; 

Χ. Κ.: Πολλά πράγματα: τη χαρά, τον ενθουσιασμό. Σε προσωπικό επίπεδο, την ευτυχία για το ότι είχα λάβει μια απόφαση εγκαίρως. Υπάρχουν αλησμόνητα γεγονότα. Κατά τη διάρκεια του χρόνου μου στο στρατόπεδο της Κολούμπια, θυμάμαι μια περιοδεία που κάναμε σε αυτές τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις μαζί με τον διοικητή Camilo Cienfuegos. Εκεί ο Camilo έκανε μια χειρονομία μεγάλης ανθρώπινης αλληλεγγύης, η οποία έκανε όλους εμάς που τον συνοδεύαμε να σταματήσουμε και να σκεφτούμε. 

Περνώντας μέσα από αυτό που ήταν μια από τις κατοικίες του Φουλχένσιο Μπατίστα και βλέποντας ένα τεράστιο κλουβί με διαφορετικά είδη πουλιών στο αίθριο, ο Camilo ανέβηκε σε αυτό, τα απελευθέρωσε και είπε: «Εδώ, σε αυτή τη γη, ακόμα και τα πουλιά πρέπει να είναι ελεύθερα». 

Λ. Μπ.: Ποιες ήταν οι σκέψεις σας όταν η επαναστατική κυβέρνηση απομάκρυνε τη στρατιωτική αποστολή των ΗΠΑ στην Κούβα; 

Χ. Κ.: Σκέφτηκα ότι πραγματικά πήγαινε τα πράγματα πολύ μακριά. Θεώρησα αυτή και άλλες αποφάσεις υπερβολικά τολμηρές. Αυτό σκέφτηκα εκείνη τη στιγμή. Εξέτασα επίσης το γεγονός ότι ο Φιντέλ είχε πάρει αποφάσεις που φαίνονταν αδύνατες και είχαν αποδώσει αποτελέσματα: τώρα μπορώ να δω αυτά τα πράγματα εκ των υστέρων. Τώρα πιστεύω ότι είναι ικανός για περισσότερα από όσα έχει ήδη κάνει. 

Ποτέ δεν μίλησα για αυτά τα πράγματα. Τώρα, σε ηλικία 70 ετών, μου επιτρέπεται να το κάνω. 

Λ. Μπ.: Πώς ήταν για σας να είστε στρατιωτικός ακόλουθος στη Σοβιετική Ένωση; 

Χ. Κ.: Ένα από τα μεγαλύτερα συναισθήματα ικανοποίησης που είχα στη ζωή μου. Ήταν μια απόδειξη της εμπιστοσύνης του Φιντέλ και του Ραούλ σε μένα. Ο ορισμός μου ήρθε ως μια απίστευτη έκπληξη για μένα. 

Όλα τα προηγούμενα έργα μου μπορεί να είχαν προοριστεί για μια ανάθεση στην Ουάσιγκτον, αλλά ποτέ στη Μόσχα. Ποτέ δεν είχα σκεφτεί αυτή τη δυνατότητα. 

Μην ξεχνάτε ότι εκπαιδεύτηκα στις στρατιωτικές ακαδημίες των ΗΠΑ. Εκεί σας διδάσκουν να μισείτε τον κομμουνισμό. Ποτέ δεν είχα το χρόνο για να μάθω αν ήταν καλός ή κακός. 

Έμαθα πολλά στην ΕΣΣΔ. Πάνω απ’ όλα να αγαπώ και να σέβομαι το σοβιετικό λαό. Τα γεγονότα που ακολούθησαν σε αυτό το έθνος είναι εξαιρετικά θλιβερά. Είμαι πεπεισμένος ότι δεν θα περάσουν πάρα πολλά χρόνια πριν γίνει ξανά μια μεγάλη χώρα. 

Λ. Μπ.: Σκεφτήκατε να φύγετε από την Κούβα κάποια στιγμή; 

Χ. Κ.: Δεν είχα καν χρόνο να το σκεφτώ. Θα μπορούσα να είχα φύγει, καθώς ο ίδιος ο Φιντέλ μου πρόσφερε την επιλογή. Όταν ήμουν στη Σιέρα, μετά από το Jigue, μου είπε ότι υπήρχε ένας αριθμός πραγμάτων που μπορούσε να κάνει με μένα: μπορούσε να με απελευθερώσει, αλλά αν το έκανε θα μπορούσε να συλληφθώ· μπορούσε να με βγάλει από τη χώρα· μπορούσε να μείνω στη Σιέρα. Επέλεξα το τελευταίο. 

Λ. Μπ.: Σας έκαναν προσφορές να εγκαταλείψετε τη χώρα μετά το θρίαμβο της Επα­νάστασης; 

Χ. Κ.: Πολλές, ακόμη και μια αμερικανική εταιρεία που είχε πουλήσει όπλα στις ένοπλες δυνάμεις έκανε πολύ καλές προσφορές. Έλαβα επίσης απειλές. Έλαβα απειλητικές επιστολές από το Μεξικό. Υπήρχαν άνθρωποι που με έβλεπαν ως ένα σύμβολο της προδοσίας. Κανένα από αυτά δεν με αφορούσε. Αν και ομολογώ ότι δεν ήμουν κομμου­νιστής. 

Λ. Μπ.: Γιατί δεχθήκατε την πορεία που επέλεξε η Επανάσταση; 

Χ. Κ.: Λόγω της εμπιστοσύνης μου στον Φιντέλ. Είπα στον εαυτό μου ότι αν πήρε αυτό το μονοπάτι ήταν επειδή πρέπει να είναι το σωστό. Είμαι πρώτα και κύρια ένας Φιντελίστα. 

Λ. Μπ.: Γιατί αυτό; 

Χ. Κ.: Υπάρχουν πολλοί λόγοι. Όταν μπήκα στη ζωή του Αντάρτικου Στρατού, σιγά σιγά πείστηκα από τις συνθήκες του Φιντέλ και επίσης επειδή του χρωστούσα τόσο πολλά, από την ίδια τη ζωή μου στην πολιτική εξέλιξη που έχω τώρα. 

Ο Φιντέλ είναι ένας άνθρωπος μεγάλης διορατικότητας. Μπορεί να βλέπει μακρύτερα από όσο μπορούν να δουν άλλοι. Με τεράστια δύναμη θέλησης. Πάντα γεμάτος αισιοδοξία. 

Είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος. Άνθρωποι όπως αυτός δεν γεννιούνται καθημερινά. Ξέρει πώς να αντιμετωπίζει τα προβλήματα όταν προκύπτουν, με μεγάλη σοφία. Αντιλαμβάνεται έξοχα τις ευκαιρίες. Μία από τις μεγάλες ποιότητές του είναι να γνωρίζει ότι λαμβάνει την κατάλληλη απόφαση στην κατάλληλη στιγμή. 

Λ. Μπ.: Πώς αισθάνεστε σε ηλικία 70 ετών; 

Χ. Κ.: Πρώτον, ότι η ζωή μου έχει περάσει. Θα ήθελα να είμαι νεότερος τώρα, να μπορώ να βοηθήσω περισσότερο την επανάσταση. Περιορίζομαι πολύ από την ηλικία και τα προβλήματα υγείας μου. Ωστόσο, νομίζω ότι υπάρχουν ορισμένοι τρόποι με τους οποίους μπορώ να είμαι ακόμα χρήσιμος. 

Λ. Μπ.: Μετανιώνετε για κάτι; 

Χ. Κ.: Δεν λυπάμαι για τίποτα που έκανα. Όπως κάθε ανθρώπινο ον, είχα καλές και κακές ενέργειες. Δεν σκέφτομαι τόσο πολύ για τα κακά πράγματα που έκανα, αλλά μάλλον για τα καλά πράγματα που θα μπορούσα να έκανα και δεν τα έκανα. 

Ίσως ότι δεν εναπόθεσα την εμπιστοσύνη μου εντελώς στον Φιντέλ από την πρώτη στιγμή. Μερικές φορές έπαιρνα πολύ αργά αποφάσεις. 

Λ. Μπ.: Και η μεγαλύτερή σας απόφαση; 

Χ. Κ.: Το να μείνω στη Σιέρα Μαέστρα και να ενταχθώ στον Αντάρτικο Στρατό. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη απόφαση της ζωής μου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα πιο διαβασμένα της βδομάδας

Ενδιαφέροντα ιστολόγια